Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Ή τιμή και ή θέση τους στο Χριστιανισμό

Με τα ανθρώπινα κριτήρια οι Δώδεκα απόστολοι παρουσιάζονται στην παγκόσμια Ιστορία ως
μοναδικό φαινόμενο και ως αδιαμφισβήτητη και πειστική απόδειξη της θείας προέλευσης του Χριστιανισμού. Γιατί μόνον ό Θεός θα μπορούσε να θεμελιώσει, με τόσο άσημους και αγράμματους και ταπεινούς μαθητές, τη ζωή του άνθρωπου πάνω σε νέες βάσεις και να την ανακαινίσει. Τα «περικαθάρματα» του κόσμου, όπως γράφει ό απόστολος
Παύλος, απέδειξαν ότι φύλαγαν ουράνιο θησαυρό σε όστράκινα σκεύη, ότι ήταν άνθρωποι του Θεού, οικονόμοι των μυστηρίων του Θεού, φως του κό¬σμου, δόξα του Χρίστου και δόξα 'Εκκλησιών (πρβλ. Α' Τιμ.6, 11.Α'Κορ.4, Ι.Β' Κορ. 8, 23).


Είναι φυσικό λοιπόν ή τιμή και ή θέση τους στην Εκκλησία, όχι μόνο ενόσω ζούσαν, αλλά και μετά το μαρτυρικό θάνατο τους, να είναι ιδιαίτερη και περίοπτη. Ή απάρνηση των πάντων, ή ακολουθία και αφοσίωση τους στον Κύριο και Διδάσκαλο τους, ή αγία ζωή, ή ακάματη διδασκαλία, το ανεκτίμητο έργο πού επιτέλεσαν διαδώσαντες το Ευαγγέλιο του Χρίστου εν μέσω μυρίων εμποδίων, διωγμών, αντιδράσεων και πολεμικής, τούς ανέδειξε στύλους της χριστιανικής πίστεως.


Εκείνοι οι αγράμματοι και δειλοί Γαλιλαίοι, όταν έλαβαν τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, έγιναν αγνώριστοι: Διακρίνονται πλέον για τη σοφία, το θάρρος, τη δύναμη. Ανακαινίζουν τα ήθη των ανθρώπων. Προβάλλουν και κηρύττουν τις αρχές του Ευαγγελίου, οι όποιες αποτελούν έκτοτε και μέχρι σήμερα -και δεν θα παύσουν να αποτελούν-τη μόνη ελπίδα σωτηρίας για να μεταμορφωθεί ή κοινωνία σε μια κοινότητα αγάπης, δικαιοσύνης, ελευθερίας και άγιότητος.


Εύκολα λοιπόν εξηγείται γιατί ή τιμή και ή θέση των αγίων αποστόλων στην Εκκλησία είναι εξαιρετική. Γιατί οι άγιοι Πατέρες στο Σύμβολο της Πίστεως χαρακτηρίζουν την Εκκλησία «απο¬στολική». Γιατί δεν είναι ορθόδοξο κάτι, αν δεν στηρίζεται άμεσα ή έμμεσα στην ιερό αποστολική Παράδοση. Γιατί χωρίς τη λεγόμενη «αποστολική διαδοχή» δεν είναι κανονική ούτε ή ιεροσύνη.


Στη συνέχεια θα αναφερθούμε με συντομία στη ζωή και τη δράση καθενός από τούς Δώδεκα αγίους αποστόλους του Χρίστου.

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Ή εξουσία τους στην Εκκλησία

Εφόσον οι άγιοι απόστολοι ήταν εκλεγμένοι από τον ίδιο το Χριστό και είχαν αποσταλεί να κηρύξουν σε όλα τα έθνη, φυσικό ήταν, ως αντιπρόσωποι του, να διδάσκουν «έν Άγίω Πνεύματι » το λόγο τού Θεού (Ματθ. 10, 19. Α' Θεσσ. 2, 13) και να έχουν μέσα στην Εκκλησία αυξημένη εξουσία και αρμοδιότητες. Την εξουσία μάλιστα αυτή τούς την εμπιστεύθηκε ό Ιησούς Χριστός, αφού τούς ανέθεσε να ενεργούν κατ' έντολήν του: Όποιος δέχεται έσάς, δέχεται έμενα• κι οποίος δέχεται έμενα, δέχεται αυτόν πού με έστειλε στον κόσμο, τούς είπε (Ματθ. 10, 40).Ενώ σε άλλη περίπτωση τούς διαβεβαίωσε• καθώς άπέσταλκέ με ό Πατήρ, κάγ πέμπω υμάς (Ίω. 20, 21).

Επιπλέον τούς έδωσε την εξουσία Τ ΟΙ) « δεσμείν και λύειν» τις αμαρτίες όσων μετανοούν και εξομολογούνται, λέγοντας τους: Λάβετε Πνεύμα Άγιο. Σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τούς είναι συγχωρημένες- σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι (Ίω. 20, 23).


Πέρα βέβαια από την πνευματική εξουσία οι απόστολοι του Χριστού, και κατ'επέκταση οι διάδοχοι τους επίσκοποι, είχαν και έχουν την ευθύνη και την εξουσία της διαποιμάνσεως των χριστιανικών Εκκλησιών. Για κάθε θέμα πού προέκυπτε, οι χριστιανικές κοινότητες κατέφευγαν στους αποστόλους για να βρουν την ενδεδειγμένη λύση (πρβλ. Πράξ. 15, 2. Α ' Κορ. 7, 1.Β ' Κορ. 11, 28 κ.ά.). Πολύ ενωρίς μάλιστα χρειάστηκε να συναχθούν «οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι» στα Ιεροσόλυμα (το έτος 49 ή 50 μΧ.) για να λύσουν το ζήτημα πού ανέκυψε ως προς τον τρόπο αποδοχής στην Εκκλησία των εθνικών (αν δηλαδή έπρεπε οι εξ εθνικών χριστιανοί να περιτέμνονται πριν βαπτισθούν - Πράξ. 15, 1-34. Γαλ. 2, 1-21).


 Πρόκειται για τη λεγόμενη Αποστολική Σύνοδο Από πλείστες αναφορές στην Καινή Διαθήκη και τούς αποστολικούς Πατέρες, όπως και από την εκκλησιαστική Παράδοση, εξάγεται το αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι οι Δώδεκα απόστολοι αποτελούν τα θεμέλια της χριστιανικής Εκκλησίας, με ακρογωνιαίο βέβαια λίθο τον Ιησού Χριστό (Έ-φεσ. 2, 20). Πράγμα πού, εκτός των άλλων, επισημαίνει και ό Ιωάννης στην Αποκάλυψη (21, 10.14) ..Καημού έδειξε την αγία πόλη, την Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνει από τον ουρανό, από τον Θεό... Το τείχη της πόλης είχε δώδεκα θεμέλια και πάνω τους δώδεκα ονόματα, των δώδεκα αποστόλων του Άρνίου.

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Τα γνωρίσματα της αποστολικότητος

Σημειώσαμε ήδη ότι κύριο γνώρισμα της αποστολικότητος είναι το γεγονός ότι όταν οι Δώδεκα κλήθηκαν από τον Κύριο και άφησαν τα πάντα, τον ακολούθησαν επί τριετία σ' όλη την επίγεια δράση του μέχρι την Ανάληψη του στους ουρανούς, σαράντα ημέρες μετά την ένδοξη εκ νεκρών Ανάσταση του. Μετά μάλιστα την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την εορτή της Πεντηκοστής, έγιναν οι μάρτυρες της Αναστάσεως του και οι κήρυκες της πίστεως σ' αυτόν.

Προϋπόθεση της αποστολικότητος ήταν το να είναι αυτόπτες, αυτήκοοι και ακόλουθοι του, έτσι ώστε ή μαρτυρία τους να στηρίζεται στην προσωπική γνώση και εμπειρία. Διότι μόνον έτσι μπορούσαν να διακηρύττουν με θάρρος: ...δεν μπορούμε να μη μιλάμε γι αυτά πού είδαμε και ακούσαμε (Πράξ. 4, 20), ή να βεβαιώνουν με κατηγορηματικό τρόπο: Πολλοί προσπάθησαν να συντάξουν μια διήγηση για τα γεγονότα, πού είναι βεβαιωμένο ότι συνέβησαν ανάμεσα μας, όπως μάς τα παρέδωσαν εκείνοι πού από την αρχή ήταν αυτόπτες μάρτυρες και έγιναν κήρυκες αυτού του χαρμόσυνου μηνύματος (Λουκ. 1, 1-2).


Ενώ λοιπόν το να είναι αυτόπτες, αυτήκοοι και ακόλουθοι του Ιησού Χρίστου συνιστούσε την εξωτερική μαρτυρία στα μάτια των ανθρώπων ότι κάποιος ήταν απόστολος, ή άνωθεν κλήση και αποστολή αποτελούσε το εσωτερικό γνώρισμα και στοιχείο. Σε πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης γίνεται λόγος για την υπό του Κυρίου εκλογή των Δώδεκα και των άλλων συνεργατών του, καθώς και για την αποστολή τους στο έργο του κηρύγματος: Ό Ιησούς τούς είπε:" Εγώ δεν σας διάλεξα εσάς τούς δώδεκα;" (Ίω. 6, 70). "Δεν με διαλέξατε εσείς, άλλα εγώ σας διάλεξα..." (Ίω. 15, 16). Και ό απόστολος Παύλος σε όσους αμφισβητούσαν την αποστολικότητά του, μια και δεν υπήρξε αυτόπτης και ακόλουθος του Χρίστου, έγραφε ότι ήταν κλητός απόστολος Ιησού Χρίστου ή Απόστολος ουκ απ' ανθρώπων... άλλα δι Ιησού Χρίστου... (Γαλ. 1, 1).


Έκτος από τα γνωρίσματα αυτά (κλήση, ακολουθία του Ιησού, αποστολή, κήρυγμα), άλλα συστατικά της άποστολικότητος είναι οι κόποι και οι θλίψεις, ή άρση του Σταύρου, ή καρποφόρος και θαυματουργός δράση. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν αν είναι κανείς γνήσιος απεσταλμένος του Κυρίου και όχι ψευδαπόστολος (Β ' Κορ. 12, 12).

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Ό κατάλογος των Δώδεκα

Στον κατάλογο των Δώδεκα μαθητών και αποστόλων του Χριστού περιέχονται τα ονόματα: Ανδρέας ό πρωτόκλητος, και ό αδελφός του Σίμων, πού επονομάστηκε και Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης (παιδιά του Ζεβεδαίου), Φίλιππος και Βαρθολομαίος (ή Ναθαναήλ), Θωμάς και Ματθαίος (ή Λευΐ) ό τελώνης, Ιάκωβος του Άλφαίου και Λεββαΐος (ή Θαδδαϊος), Σίμων ό Κανανίτης και Ιούδας ό Ισκαριώτης (βλέπε Ματθ. 10, 2-4. Μάρκ. 3, 15-19. Λουκ. 6, 14. Πράξ. 1,13).

Ό αριθμός Δώδεκα όπως οι δώδεκα γιοί του Ιακώβ συμβολίζει τούς πνευματικούς αρχηγούς του νέου Ισραήλ, δηλαδή του χριστιανισμού, διότι αυτοί μετέδωσαν στην ανθρωπότητα το Ευαγγέλιο της εν Χριστώ απολυτρώσεως. Τόσο σημαντικός μάλιστα θεωρήθηκε ό αριθμός Δώδεκα, ώστε όταν ό Ιούδας ό Ισκαριώτης πρόδωσε τον Κύριο και μεταμεληθείς... άπελθών άπήγξατο (Ματθ. 27, 3-5), οι έντεκα μαθητές αναπλήρωσαν το κενό με την εκλογή, διά κλήρου, του Ματθία, ό όποιος και προστέθηκε στους έντεκα αποστόλους (Πράξ. 1, 26).


Κάποιες μικροδιαφορές ως προς τα ονόματα μερικών αποστόλων οφείλονται στο γεγονός ότι οι Ιουδαίοι συνήθιζαν τα δύο ονόματα, οπότε σε ορισμένους καταλόγους αναφέρεται το ένα και σε άλλους το δεύτερο. Έτσι, για παράδειγμα, αντί Ναθαναήλ μνημονεύεται το Βαρθολομαίος, αντί Θαδδαϊος το Ιούδας του Ιακώβου.


Έκτος, βέβαια, από τούς Δώδεκα ό Κύριος είχε επιλέξει και άλλους συνεργάτες και κήρυκες του θείου λόγου, οι όποιοι όμως δεν άφησαν τα πάντα για να τον ακολουθήσουν. Τον συνόδευαν κατά διαστήματα και ενίοτε Εκείνος τούς ανέθετε το έργο να προπαρασκευάσουν το έδαφος στα μέρη απ' όπου επρόκειτο να περάσει και να διδάξει το λαό. Έτσι ό ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει: ...ό Κύριος διάλεξε και άλλους εβδομήντα μαθητές, πού τούς έστειλε δύο πριν απ' αυτόν, σε κάθε πόλη και τόπο πού επρόκειτο να επισκεφθεί." Ό θερισμός είναι πολύς", τούς έλεγε, "οι εργάτες όμως λίγοι" (10, 1-12).


Και άλλοι υπήρξαν μαθητές και απόστολοι του Χρίστου, όπως ό Βαρνάβας, ό Λουκάς, ό Ανδρόνικος και ή 'Ιουνία (οι επίσημοι εν τοις άποστόλοις, Ρωμ. 16, 7), ενώ και ό μέγας Παύλος υπήρξε απόστολος ουκ άπ' ανθρώπων, ουδέ δι άνθρωπου, άλλά δι' Ιησού Χριστού και Θεού πατρός (Γαλ. 1, 1).Όταν όμως λέμε «οι απόστολοι του Χρίστου» εννοούμε κυρίως τούς Δώδεκα.


Άς επισημανθεί, επίσης, ότι τρεις από τούς αποστόλους, οι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης, αποτελούσαν το στενότερο κύκλο γύρω από το Χριστό, όπως εξιστορούν τα ιερά Ευαγγέλια: Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μόνον αυτοί συνόδευαν τον Κύριο (κατά τη Μεταμόρφωση του στο όρος Θαβώρ, στην ανάσταση της κόρης του Ίαείρου, στον κήπο της Γεθσημανή κλπ.).

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Καταγωγή και κλήση των αποστόλων


Είναι εξαιρετικά αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ό Ιησούς Χριστός εξέλεξε και κάλεσε στο άποστολικό αξίωμα και διακόνημα όχι επιφανή και γνωστά στην κοινωνία πρόσωπα, αλλά ανθρώπους πού κατάγονταν από τη φτωχή Γαλιλαία. Απλούς βιοπαλαιστές, κατά κύριο λόγο ψαράδες και τελώνες, πού φλόγιζαν όμως την καρδιά τους αγνά θρησκευτικά αισθήματα και πίστη στις παραδόσεις για τον ερχομό του Μεσσία και Λυτρωτή.

Αυτός ήταν ό λόγος για τον όποιο κάποιοι από αυτούς υπήρξαν ήδη μαθητές ή ακροατές του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού. Οι μόνοι από τούς Δώδεκα πού είχαν κάποια οικονομική άνεση ήταν «οι υιοί Ζεβεδαίου» (Ιάκωβος και Ιωάννης), αφού και ιδιόκτητο πλοιάριο διέθεταν και γνωριμίες στην αυλή του αρχιερέως είχαν (Μάρκ. 1,19-20.Ίω. 18, 15-16).Ή όλη όμως εμφάνιση τους δημιουργούσε την εντύπωση ότι επρόκειτο για ανθρώπους αγράμματους και απλοϊκούς (Πράξ. 4, 13).

Ό τρόπος και ό χρόνος κατά τον όποιο ό Ιησούς Χριστός κάλεσε τούς αποστόλους κοντά του δεν εξιστορείται στην Καινή Διαθήκη και για τούς Δώδεκα. Υπάρχουν πληροφορίες μόνο για τούς επτά. Έτσι στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου αναφέρεται: Καθώς ό Ιησούς περπατούσε στην όχθη της λίμνης της Γαλιλαίας, είδε δύο αδέλφια, το Σίμωνα, πού τον έλεγαν και Πέτρο, και τον αδελφό του τον Ανδρέα, να ρίχνουν τα δίχτυα στη λίμνη, γιατί ήταν ψαράδες. «Ακολουθήστε με», τούς λέει, «και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων». Κι αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν. Προχωρώντας πιο πέρα από εκεί, είδε δύο άλλους αδελφούς, τον Ιάκωβο, γιό του Ζεβεδαίου, και τον αδελφό του τον Ιωάννη. Βρίσκονταν στο ψαροκάικο μαζί με τον πατέρα τους το Ζεβεδαίο και τακτοποιούσαν τα δίχτυα τους. Τούς κάλεσε, κι αυτοί άφησαν αμέσως το καΐκι και τον πατέρα τους και τον ακολούθησαν (4, 18-22). Σε άλλο σημείο (9, 9) αναφέρεται στην κλήση του ιδίου: Προχωρώντας πιο πέρα ό Ιησούς, είδε να κάθεται στο τελωνείο ένας άνθρωπος πού τον έλεγαν Ματθαίο, και του λέει: «Ακολούθησε με». Κι εκείνος σηκώθηκε και τον ακολούθησε.

Με τα ίδια σχεδόν λόγια εξιστορεί την κλήση των τεσσάρων πρώτων μαθητών του Χρίστου και ό ευαγγελιστής Μάρκος (1, 16-20) όπως και του Λευΐ, γιό του Άλφαίου, πού καθόταν στο τελωνείο (2, 13-14), ενώ και ό Λουκάς αναφέρεται στην κλήση του Σίμωνα (Πέτρου) και του Ιακώβου και Ιωάννου (5, 1-11), καθώς και του Λευΐ (5, 27-29). Τέλος ό ευαγγελιστής Ιωάννης εξιστορεί την κλήση στο αποστολικό αξίωμα, πλην του Ανδρέα και του Πέτρου (1, 35-43) και αυτήν του Φιλίππου και του Ναθαναήλ (1, 44-52).